Ο Θεός κι ο χάρος .... του Μανώλη Κρητικόπουλου

2014-09-30 20:23

Μια μέρα λέει ο θεός
ενός αγγέλου ...άκου...

Δοκιμασία σκέφτηκα...
να κάμω του θανάτου...
Θέλω να φύγεις γρήγορα..
να πας στον άδη κάτω..
Να πείς του χάρου σε ζητά.
.ο πλάστης τω πραμάτω...
Πε του πως του 'χω μια δουλειά..
για μενανε να πράξει..
και να 'ρθει αμέσως έπαε...
μπρος μου να διαφαλάξει...
Κι ο άγγελος σαν αστραπή..
κατέβηκε στο ν'άδη..
Κι αντάμωσε τον θάνατο...
μες το βαθύ σκοτάδι...
Χάρε! ... Μαντάτο σου βαστώ..
απο το θιό βγαρμένο...
και να σε πάρω μου 'πενε..
δίχως να περιμένω...
Μου 'πε πως σου 'χει μια δουλειά...
απου ναι θέλημα ντου...
Και δίχως αλλο γλάκιξε..
να εμφανιστείς μπροστά ντου...!!!
Και φέυγει ο χάρος και γλακά..
μ'όλη τη δύναμη ντου...
να εμφανιστεί στο γ-κύρη του
 να ιδεί την όρεξη ντου...
Εφταξ' ο έρμος κι ήπεσε...
στα γόνατα ομπρός του...
Κι ανείμενε την προσταγή...
που θελε ο θεός του...
Σήκω του λέει ο θεός...
πιστέ μου δούλε μαύρε...
Στον τάδε τόπο πήγαινε..
και φέρε μου τον τάδε...
Ο χάρος εκκοκάλωσε...
και σκώθηκε η τριχιά ντου...
Λέξη να βγάλει δε μπορεί...
σ'ότι γροικούν τ'αυθιά ντου..
Ω θε μου!κι είντα μου ζητάς..??
Καλά γροικούν τ'αυθιά μου..??
Κι εμάργωσε το σώμα μου..
και χάνω την μιλιά μου...!!!
Εκείνος απου μου ζητάς..
έχει κοπέλια δέκα..
Και χρόνος δεν επέρασε...
του πήρα την γυναίκα...
Κι εγώ καλα κατέχεις το...
πως πράμα δε φοβούμαι...
Μα κείνονα τον δυστυχή...
να πάρω τον λυπούμαι...
Που 'ναι φτωχός κι ολημερνής..
δουλέυγει να τα ζήσει...
Στόματα δέκα μοναχός..
πρέπει να τα ταϊσει...
Και μόνο που το σκέφτομαι...
τρέμω και νιώθω πόνο...
Είντα κοντό θα γίνουνε...
πεντάρφανα στο δρόμο;;;
Και πώς θα κάμω έγκλημα...
με την δική μου χέρα..
Ω θε μου! απου λυπούμαι τον..
τον δύστυχο πατέρα...
Σαν δε μπορείς του λέει ο θιός...
το θέλημα να πράξεις...
Τότε στα έγκατα της γής...
θέλω να πάς να ψάξεις...
Να κατεβείς κι αντίς γι'αυτόν...
να μου βαστάς μια μ-πέτρα...
Γλακά ο χάρος γλήγορα..
κι απ'τη χαρά ντου επέτα...!!
Εθάρρουνε πως του θεού..
τη γνώμη είχε αλλάξει...
Και με την πέτρα η δουλειά..
πως μπόργιενε να φθιάξει..
Πάει την πέτρα ο σκοτεινός..
στα χέργια του την 'φηνει...
Ολόχαρος πως η δουλειά...
έσαξε κι είχε γίνει...
Πιάνει την πέτρα ο θεός..
την σκίζει και τη μπώθει...
Κι επρόβαλ' ένας σκούληκας...
που τρεμέ σα τον όφη...
Ο χάρος εκκοκάλωσε...
κι ήχασε τη λαλιά του...
Μ'αυτό το θάμα που ο θεός...
εμφάνισε μπροστά του..
(Τοτε του λέει ο θεός)
Αμε και φέρε μου τονε...
τον δύστυχο πατέρα...
κι έννοια μην έχεις άλλη εσύ..
και ξά μου παραπέρα...
Μα κείνος απου βοηθά...
τον σκούληκα να ζήσει...
Αυτός και κείνα τα παιδιά...
να φάνε θα φροντίσει...
Και όπως και το κάθε τι...
γεννιέται και ποθαίνει...
Ο θιός του δίδει την ζωή..
κι ο θιός του τηνε παίρνει.......
 
Μανώλης Κρητικόπουλος